Μακρυγιάννης, Ιωάννης (1797-1864)

Makriyannis, Ioannis (Αγγλική) | Makriyánnis, Yánnis (Γαλλική) | Makriyannis, Yannis (Γερμανική)

  1. Πρόσωπο
  2. Στρατηγός Μακρυγιάννης [Αποδιδόμενο όνομα] | Τριανταφύλλου, Ιωάννης [Πραγματικό όνομα] | Μακρυγιάννης [Ψευδώνυμο]
  3. Άνδρας
  4. Πρόσωπα με δράση το 1821
  5. 01 Ιανουαρίου 1797
  6. Κροκύλειο Φωκίδας
  7. 27 Απριλίου 1864
  8. Αθήνα
  9. Έλληνας
  10. Οπλαρχηγός | Αντιστράτηγος
  11. Πολιτική
  12. Ελληνικά
  13. Φιλική Εταιρεία
  14. Αγωνιστές του 1821
    • Ενδεικτική βιβλιογραφία: 

      • Απόστολος Βακαλόπουλος, Ιστορία του Νέου Ελληνισμού, τομ. Η', Η μεγάλη Ελληνική Επανάσταση (1821-1829) Ιωάννης Καποδίστριας ή Η επώδυνη γένεση του νεοελληνικού κράτους (1828-1831), εκδ. Ηρόδοτος, Θεσσαλονίκη, 2007.
      • Αθανάσιος Χρήστου, «Το ιδεολογικό βεληνεκές του βίου και των αγώνων του Ιωάννη Μακρυγιάννη (1797-1864)», στο: Πρακτικά της Ημερίδας για τον Ιωάννη Μακρυγιάννη (8.12.2007) οργανωμένη από τη Σχολή Ανθρωπιστικών Επιστημών και Πολιτισμικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου, Καλαμάτα 2007.
      • Νίκος Θεοτοκάς, Ο βίος του στρατηγού Μακρυγιάννη. Απομνημόνευμα και Ιστορία, Βιβλιόραμα, Αθήνα, 2012.
      • Γιάννης Βλαχογιάννης, Αρχείον του στρατηγού Ιωάννου Μακρυγιάννη, Αθήνα, 1907 - Γιώργος Γιαννουλόπουλος, Διαβάζοντας τον Μακρυγιάννη. Η κατασκευή ενός μύθου από τον Βλαχογιάννη, τον Θεοτοκά, τον Σεφέρη και τον Λορεντζάτο, εκδ. Πόλις, Αθήνα, 2003. 
      • Χρήστος Λούκος, Η αντιπολίτευση κατά του Κυβερνήτη Ιωάννη Καποδίστρια 1828-1831, εκδ. Θεμέλιο, Αθήνα, 1988.
      • Άννα Ξανθοπούλου-Κυριάκου, «Μακρυγιάννης», Παγκόσμιο Βιογραφικό Λεξικό, τομ. 5 Εκπαιδευτική Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια, Αθήνα, 1991.
      • Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, Εκδοτική Αθηνών, τόμ. ΙΒ΄, Αθήνα 1975.
      • Η Επανάσταση στην Αττική και η απελευθέρωση της Αθήνας : συμβολή στην ιστορία της Αττικής, για την περίοδο της Επανάστασης του 1821 / Πέτρος Ι. Φιλίππου-Αγγέλου 2021.
  15. Ηλεκτρονικός Κατάλογος Δημοτικής Βιβλιοθήκης Καλυβίων
    • Ο Ιωάννης Τριανταφύλλου, γνωστότερος ως Ιωάννης Μακρυγιάννης (Κροκύλειο Φωκίδας, 1797 - Αθήνα, 27 Απριλίου 1864), ήταν Έλληνας οπλαρχηγός της Ελληνικής Επανάστασης του 1821, στρατιωτικός, πολιτικός και συγγραφέας.

      Γεννήθηκε το 1797, στον οικισμό Αβορίτη του Κροκυλείου Φωκίδας και το οικογενειακό του όνομα ήταν Τριανταφύλλου, του Δημητρίου και της Βασιλικής, το οποίο και απέκρυπτε επιμελώς στη νεαρή του ηλικία καθ' υπόδειξη της μητέρας του, λόγω φόβου περαιτέρω αντεκδικήσεων, επειδή ο πατέρας του Δημήτρης είχε φονευθεί, υπό αδιευκρίνιστες συνθήκες, σε συμπλοκή με τους Τούρκους όταν ο Μακρυγιάννης ήταν ενός έτους. Οι λόγοι της δολοφονίας του πατέρα του είναι άγνωστοι: ίσως συνδέονται με περιστατικά του κλεφταρματολικού βίου της οικογένειάς του. Σε ηλικία τεσσάρων ετών, μετά από επιδρομή των Τούρκων, αναγκάστηκε να εγκαταλείψει τον Αβορίτη μαζί με τη μητέρα του Βασιλική και τα αδέρφια του και να εγκατασταθεί στη Λιβαδειά. Το 1811, η οικογένειά του τον έστειλε πίσω στη Φωκίδα στην υπηρεσία του συγγενή του Παναγιώτη Λιδωρίκη, ο οποίος εκτελούσε χρέη χωροφύλακα (Τουρκικά "zaptiye" = ο χωροφύλακας) στη Δεσφίνα. Αργότερα, εστάλη στον αδερφό του Παναγιώτη, Θανάση Λιδωρίκη, στην Άρτα. Εκεί άρχισε, από το 1817, να ασχολείται με το εμπόριο: ο Θανάσης Λιδωρίκης, ο ευεργέτης του, του είχε αναθέσει τη διαχείριση δικών του υποθέσεων και στηριζόμενος ο ίδιος ο Μακρυγιάννης στο δίκτυο και την επιρροή του Λιδωρίκη, ανέπτυξε και δική του εμπορική δραστηριότητα. Μέχρι το 1819 είχε αποκτήσει σημαντική κινητή και ακίνητη περιουσία. Στην Άρτα των τελών της δεκαετίας του 1810 ανήκε στους οικονομικά ευκατάστατους μικροεμπορευματίες και δανειστές.

      Το 1820, μυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία, άγνωστο από ποιόν, αφού ο ίδιος δεν τον ονομάζει στα Απομνημονεύματά του, είχε δε την ιδιότητα του κληρικού-οικονόμου. Τον Αύγουστο του 1821, μαζί με 18 άντρες από την Άρτα, με την ιδιότητα του "μπουλουξή" (επικεφαλής μπουλουκιού) και σε συνεργασία με το ένοπλο σώμα του Γώγου Μπακόλα, πήρε μέρος στη Μάχη του Σταυρού στα Τζουμέρκα, στη μάχη του χωριού Πέτα (11 Σεπτεμβρίου 1821), όπου νίκησαν περίπου 9.000 Τούρκους του Χασάν μπέη, και όπου τραυματίσθηκε ελαφρά στο πόδι, και στην πολιορκία της Άρτας (Νοέμβριος 1821) και την εκπόρθησή της. Μετέβη στο χωριό Σερνικάκι Σαλώνων, όπου ανάρρωνε μετά από ασθένεια. Επέλεξε να μείνει στην Ανατολική Στερεά Ελλάδα, κυρίως επειδή εντάχθηκε στα τοπικά δίκτυα προυχόντων και ενόπλων που στήριζαν τον Οδυσσέα Ανδρούτσο. Επικεφαλής 10 αντρών έλαβε μέρος στην κατάληψη της Υπάτης. Πολέμησε στην πτώση της Αθήνας ως απλός στρατιώτης. Ως αναγνώριση των υπηρεσιών του, του προσφέρθηκε το αξίωμα του πολιτάρχη της απελευθερωμένης πόλης. Έτσι, ερχόταν σε άμεση επαφή με τους Έλληνες που υπέφεραν από διάφορες αυθαιρεσίες από τον φρούραρχο της Ακρόπολης Γιάννη Γκούρα. Ο Μακρυγιάννης εγκαταλείπει το Κάστρο της Αθήνας και πηγαίνει στη Σαλαμίνα όπου συναντά τον Νικηταρά, ο οποίος τον παροτρύνει να επιστρέψει στη Ρούμελη. Πηγαίνει κατευθείαν στη Βελίτσα όπου συναντά τον Ανδρούτσο, ο οποίος θα προσπαθήσει να τον προσεταιριστεί για να πάρουν από τον Γκούρα το κάστρο της Ακρόπολης. Το 1823 συνεργαζόμενος με το σώμα του Νικηταρά συμμετείχε σε μια σειρά στρατιωτικών επιχειρήσεων στη Στερεά Ελλάδα. Πολέμησε στους ελληνικούς εμφυλίους πολέμους με την πλευρά του Γεωργίου Κουντουριώτη. Το 1825 υπερασπίστηκε το Νεόκαστρο από τον Ιμπραήμ, έως την πτώση του (6 Μαΐου 1825). Στις 13 Ιουνίου του 1825, μαζί με τον Δημήτριο Υψηλάντη και λίγες εκατοντάδες άντρες, οχυρώθηκε στους Μύλους της Αργολίδας και αντιμετώπισε με μεγάλη επιτυχία τους πολλαπλάσιους άνδρες του Ιμπραήμ. Οι Αιγύπτιοι, αν και χιλιάδες, δεν κατάφεραν να λυγίσουν την άμυνα των λίγων Ελλήνων και υποχώρησαν αφήνοντας πίσω πολλούς νεκρούς. Συμμετείχε επίσης στην Πολιορκία της Ακροπόλεως (1826-27). Κατά τη διάρκεια της πολιορκίας αναγκάστηκε να μεταβεί στην Αίγινα, όχι μόνο για να θεραπευτεί από τραύματα αλλά και για να ζητήσει βοήθεια από την Κυβέρνηση. Στη συνέχεια συνεργάστηκε με τον Καραϊσκάκη, ο οποίος προσπαθούσε τότε να διασπάσει τον οθωμανικό κλοιό γύρω από την Ακρόπολη, αλλά απέτυχε. Τον Απρίλιο του 1828 ο πεντακοσίαρχος Μακρυγιάννης διορίστηκε από τη διοίκηση του Καποδίστρια Γενικός Αρχηγός της Εκτελεστικής δύναμης της Πελοποννήσου και της Σπάρτης. Εγκαταστάθηκε με την οικογένειά του στο Άργος. Εκεί έμεινε από το 1829 έως το 1832, όταν λόγω του εμφυλίου μετά τη δολοφονία του Καποδίστρια μετακόμισε στο Ναύπλιο. Ο διορισμός του δυσαρέστησε τους Πελοποννησίους, διότι ήταν γνωστός ως "κυβερνητικός" κατά τον προηγούμενο εμφύλιο πόλεμο και εχθρός του Κολοκοτρώνη και των άλλων Πελοποννήσιων ανταρτών. Αιτείται οικονομική βοήθεια λόγω της δεινής οικονομικής κατάστασης στην οποία είχε περιέλθει, αφού τα οικονομικά του αποθέματα είχαν ελαττωθεί λόγω των μισθών που είχε καταβάλει στο στράτευμά του και λόγω των αγορών γης σε Αθήνα και Πειραιά μεταξύ 1828-1829. Επίσης ζητά παραχωρητήρια εθνικών γαιών στην Αττική έναντι όσων του όφειλαν οι Εθνικές Διοικήσεις από την περίοδο της Επανάστασης. Στα 1829 ξεκινά τη συγγραφή των Απομνημονευμάτων του.

      Πέθανε στις 27 Απριλίου του 1864 στην Αθήνα, εξ υπερβαλλούσης σωματικής εξαντλήσεως, σε ηλικία 67 ετών.

      Wikipedia